Λέξη: φτέρη
Σχετικές λέξεις: φτέρη
φτέρη αιγίου, φτέρη φροντίδα, φτέρη φυτό, φτέρη φυτά, φτέρη φθιώτιδας, φτέρη πιερίασ, φτέρη πολλαπλασιασμός, φτέρη νεφρολεπίς, φτέρη (λευκάδα), φτέρη τζουμέρκα
Μεταφράσεις: φτέρη
φτέρη στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
fern, bracken, ferns
φτέρη στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
helecho, fern, helechos, del helecho, de helecho
φτέρη στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
farn, Farn, fern, Farns, Farnkraut
φτέρη στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fougère, fern, fougères, la fougère, de fougère
φτέρη στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
felce, fern, di felce, felci, della felce
φτέρη στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
feto, Fern, samambaia, do Fern, da samambaia
φτέρη στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
varen, fern, varens, varenachtige, de Varen
φτέρη στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
фирн, папоротник, Fern, папоротника, Ферн
φτέρη στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bregne, Fern, bregner, av Fern, bracken
φτέρη στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ormbunke, fern, ormbunkar, fernen, ormbunken
φτέρη στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sananjalka, saniainen, Fern, saniaisten, imarre
φτέρη στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bregne, Fern, bregner, af Fern, palmer
φτέρη στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kapradina, kapradí, Fern, kapradiny, kapraď
φτέρη στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
paproć, Fern, paproci, papro
φτέρη στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
páfrány, Fern, páfrányba, a páfrány
φτέρη στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eğreltiotu, Fern, eğrelti, eğrelti otu, The Fern
φτέρη στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
папороть, папоротник, папороті
φτέρη στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fier
φτέρη στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
папратовидни, папрат, папратово, папратта, папратите
φτέρη στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
папараць, папараці, папаратнік
φτέρη στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõnajalg, sõnajalad, võrse, võrsetena, sõnajala
φτέρη στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
paprat, Fern, paprati, u paprati
φτέρη στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Fern
φτέρη στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
papartis, Fern, paparčio, Šertvūnai, paparčio formos šakelės
φτέρη στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
paparde, Fern, papardes, lapoti dzinumi, ferna
φτέρη στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
папрат, папрати, страк, страк кој
φτέρη στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ferigă, Fern, feriga, ferigi, feriga de
φτέρη στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
praprot, fern, vejice, praproti
φτέρη στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
papraď, papradie, papradina
Τυχαίες λέξεις