Подстригаться στα ελληνικά
Μετάφραση: подстригаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψαλιδίζω, κουρεύω, κόβω, κομψός, κλαδεύω, κόψιμο, κοπή, κόψει, κομμένα, κόψτε, έκοψε, κοπεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- адъютант στα ελληνικά - υπασπιστής, υπασπιστή, υπασπιστής του, ο υπασπιστής, τον υπασπιστή
- великоватый στα ελληνικά - μεγάλος, largish
- ворчанье στα ελληνικά - μουγκρίζω, γκρινιάζω, μουρμουρίζω, μεμψιμοιρώ, γρυλλίζω, αποπαίρνω, γκρίνια, ...
- дружно στα ελληνικά - ταυτόχρονα, σε συνεννόηση, από κοινού, σε συνεργασία, σε συμφωνία, συντονισμένα
Τυχαίες λέξεις
Подстригаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, κουρεύω, κόβω, κομψός, κλαδεύω, κόψιμο, κοπή, κόψει, κομμένα, κόψτε, έκοψε, κοπεί
Μεταφράσεις: ψαλιδίζω, κουρεύω, κόβω, κομψός, κλαδεύω, κόψιμο, κοπή, κόψει, κομμένα, κόψτε, έκοψε, κοπεί