Ползать στα ελληνικά
Μετάφραση: ползать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπουσουλάω, γλείφω, σύρομαι, σέρνομαι, υποτάσσομαι, έρπω, κόλακας, σύρσιμο, ερπυσμός, ερπυσμού, ερπυσμό, ολίσθησης, ερπυσμού σε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ахнуть στα ελληνικά - αγκομαχώ, ασθμαίνω, λαχανιάζω, άσθμα, gasp, λαχανιάζουν, ξεφύσημα
- ватерлиния στα ελληνικά - ίσαλο γραμμή, ίσαλο, ισάλου, ισάλου γραμμής, την ίσαλο γραμμή
- вильям στα ελληνικά - Γουλιέλμος, William, Γουίλιαμ, Ο William, Ουίλιαμ
- героизм στα ελληνικά - ηρωϊσμός, ηρωισμό, ηρωισμού, τον ηρωισμό, ηρωισμός
Τυχαίες λέξεις
Ползать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπουσουλάω, γλείφω, σύρομαι, σέρνομαι, υποτάσσομαι, έρπω, κόλακας, σύρσιμο, ερπυσμός, ερπυσμού, ερπυσμό, ολίσθησης, ερπυσμού σε
Μεταφράσεις: μπουσουλάω, γλείφω, σύρομαι, σέρνομαι, υποτάσσομαι, έρπω, κόλακας, σύρσιμο, ερπυσμός, ερπυσμού, ερπυσμό, ολίσθησης, ερπυσμού σε