Λέξη: εξαφανίζομαι

Σχετικές λέξεις: εξαφανίζομαι

εξαφανίζομαι συνώνυμα, εξαφανίζομαι συνώνυμο

Συνώνυμα: εξαφανίζομαι

αναπηδώ, αναχωρώ, εκκινώ, ξεκινώ, αρχίζω, εκλείπω, χάνομαι

Μεταφράσεις: εξαφανίζομαι

εξαφανίζομαι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
disappear, vanish, evanesce, I disappear

εξαφανίζομαι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
desaparecer, desaparecerá, desaparecerán, desaparecen, desaparece

εξαφανίζομαι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verschwinden, verschwindet, ausgeblendet, verschwunden

εξαφανίζομαι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
disparaissons, disparaissez, disparaissent, disparaître, s'évanouir, disparais, perdre, évanouir, disparaîtra, disparaît, disparaîtront

εξαφανίζομαι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
scomparire, sparire, scomparirà, scompare, scompaiono

εξαφανίζομαι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desvantajoso, desaparecer, desapareça, desaparecem, desaparece, desaparecerá

εξαφανίζομαι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verdwijnen, wijken, verdwijnt, verdwenen, laten verdwijnen

εξαφανίζομαι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сгинуть, задеваться, теряться, деться, исчезать, умирать, деваться, скрываться, запропаститься, затеряться, исчезнуть, кануть, скрыться, пропадать, исчезают, исчезнет, исчезнут

εξαφανίζομαι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forsvinne, forsvinner, vinner, borte, å forsvinne

εξαφανίζομαι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
försvinna, försvinner, att försvinna, vinner

εξαφανίζομαι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hävitä, kadota, kaikota, hälventyä, häipyä, katoavat, häviävät, katoaa, häviää

εξαφανίζομαι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forsvinde, forsvinder, at forsvinde

εξαφανίζομαι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mizet, zmizet, ztrácet, ztratit, zmizí, mizí, vymizí

εξαφανίζομαι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pierzchać, niknąć, znikać, zniknąć, ginąć, zanikać, znikają, zniknie

εξαφανίζομαι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
eltűnik, eltűnnek, tűnni, eltűnni, tűnik el

εξαφανίζομαι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaybolmak, yok, kaybolur, ortadan, kaybolacaktır

εξαφανίζομαι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
зникати, зникатимуть, зникатиме

εξαφανίζομαι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
zhduket, zhduken, të zhduket, të zhduken, zhdukej

εξαφανίζομαι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изчезвам, изчезнат, изчезне, изчезват, изчезва, да изчезне

εξαφανίζομαι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
знікаць, зьнікаць

εξαφανίζομαι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaduma, kaovad, kaob, kaduda, kao

εξαφανίζομαι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
iščeznuti, nestati, nestaju, nestane, nestaje, nestanu

εξαφανίζομαι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hverfa, horfið, hverfur, hverfi, að hverfa

εξαφανίζομαι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
defluo

εξαφανίζομαι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dingti, išnykti, išnyksta, išnyks, dingsta

εξαφανίζομαι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nozust, pazust, izzust, pazūd, izzudīs, pazudīs

εξαφανίζομαι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
исчезнат, исчезне, исчезнуваат, да исчезнат, исчезнува

εξαφανίζομαι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dispărea, dispar, dispară, dispare, disparea

εξαφανίζομαι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izginejo, izgine, izginila, izginili, izginile

εξαφανίζομαι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zmiznúť, zmiznú, zmizne, stratiť, zmiznut
Τυχαίες λέξεις