Помпа στα ελληνικά
Μετάφραση: помпа, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντλία, φουσκώνω, κρατίδιο, κράτος, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бледнеть στα ελληνικά - χλωμός, ξανθός, στρίβω, στροφή, σειρά, χλωμό, ωχρό, ...
- бурда στα ελληνικά - ξεπλένω, πλύσιμο, πλύση, πλύσης, πλύσεως, πλυσίματος
- вилки στα ελληνικά - καβουράκι, πιρούνια, διχάλες περóνης, περόνες, forks, περονών
- давка στα ελληνικά - συρρέω, κολοκύθι, πρεσάρω, πλήθος, πατικώνω, συνωστισμός, ζουλώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Помпа στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντλία, φουσκώνω, κρατίδιο, κράτος, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία
Μεταφράσεις: αντλία, φουσκώνω, κρατίδιο, κράτος, τρόμπα, αντλίας, της αντλίας, αντλιών, την αντλία