Портить στα ελληνικά
Μετάφραση: портить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραχαϊδεύω, παραποιώ, παραβλάπτω, χειροτερεύω, συγχέω, χάνομαι, ψεγάδι, προστυχαίνω, χαντακώνω, αλλοιώνω, ξεκουμπώνω, βλάβη, μολύνω, αμαυρώνω, μιαίνω, ρήμαγμα, λεία, χαλάσει, κακομάθει, να χαλάσει, χαλάσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беженец στα ελληνικά - φυγάς, πρόσφυγας, φυγόδικος, πρόσφυγα, προσφύγων, του πρόσφυγα, των προσφύγων
- габион στα ελληνικά - κοφίνωση, συρματοκιβώτιου, συρματοκιβώτιο, gabion, Κόφινος δομικών λίθων
- даммара στα ελληνικά - dammar
- дрессировка στα ελληνικά - προπόνηση, προπονούμενος, μόρφωση, εκπαίδευση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Портить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραχαϊδεύω, παραποιώ, παραβλάπτω, χειροτερεύω, συγχέω, χάνομαι, ψεγάδι, προστυχαίνω, χαντακώνω, αλλοιώνω, ξεκουμπώνω, βλάβη, μολύνω, αμαυρώνω, μιαίνω, ρήμαγμα, λεία, χαλάσει, κακομάθει, να χαλάσει, χαλάσουν
Μεταφράσεις: παραχαϊδεύω, παραποιώ, παραβλάπτω, χειροτερεύω, συγχέω, χάνομαι, ψεγάδι, προστυχαίνω, χαντακώνω, αλλοιώνω, ξεκουμπώνω, βλάβη, μολύνω, αμαυρώνω, μιαίνω, ρήμαγμα, λεία, χαλάσει, κακομάθει, να χαλάσει, χαλάσουν