Постоянство στα ελληνικά

Μετάφραση: постоянство, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμμονή, επιμονή, τακτικότητα, σταθερότητα, σταθερότητας, της σταθερότητας, η σταθερότητα
Постоянство στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • валентность στα ελληνικά - σχισμή, σθένος, σθένους, το σθένος
  • верфь στα ελληνικά - ναυπηγείο, ναυπηγείου, ναυπηγεία, ναυπηγείων, των ναυπηγείων
  • втягивание στα ελληνικά - συνέπεια, υπόνοια, ανάκληση, συστολής, ανάκλησης, σύσπασης, επανάταξης
  • гальвано στα ελληνικά - electro, ηλεκτρο, ήλεκτρο, ηλεκτρομαγνητικά, ηλεκτρομαγνητικό
Τυχαίες λέξεις
Постоянство στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμμονή, επιμονή, τακτικότητα, σταθερότητα, σταθερότητας, της σταθερότητας, η σταθερότητα