Пощадить στα ελληνικά

Μετάφραση: пощадить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έχω, έχε, χαρίζω, περισσεύω, περισσευούμενος, εφεδρικός, ανταλλακτικά, ανταλλακτικών, πλεονάζουσα, εφεδρικό
Пощадить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буря στα ελληνικά - τρικυμία, θύελλα, ανεμοθύελλα, καταιγίδα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
  • втачивать στα ελληνικά - ραφή, ράβω, βελονιά, βελονιών, βελονιάς, ραφής
  • доказанный στα ελληνικά - αποδεδειγμένη, αποδειχθεί, αποδεδειγμένα, αποδεικνύεται, αποδείξει
  • дружный στα ελληνικά - φιλικός, ενωμένος, Ηνωμένες, ενωμένη, Ηνωμένων, ενωμένης
Τυχαίες λέξεις
Пощадить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έχω, έχε, χαρίζω, περισσεύω, περισσευούμενος, εφεδρικός, ανταλλακτικά, ανταλλακτικών, πλεονάζουσα, εφεδρικό