Предостерегать στα ελληνικά
Μετάφραση: предостерегать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περίσκεψη, παραινώ, προειδοποίηση, επιφύλαξη, προειδοποιώ, νουθετώ, προσοχή, σύνεση, προσοχής, προσεκτικοί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- алмаз στα ελληνικά - διαμάντι, διαμαντιών, διαμάντια, με διαμάντια, διαμαντιού
- ар στα ελληνικά - περιοχή, AP, ΑΡ, απ, νικ, α.π.
- воевода στα ελληνικά - ηγέτης, αρχηγός, ηγεμόνας, ηγήτορας, κυβερνήτης, Διοικητή, Διοικητής, ...
- деформировать στα ελληνικά - παραμόρφωση, παραμορφώνεται, παραμορφωθεί, παραμορφώνονται, παραμορφώνουν
Τυχαίες λέξεις
Предостерегать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περίσκεψη, παραινώ, προειδοποίηση, επιφύλαξη, προειδοποιώ, νουθετώ, προσοχή, σύνεση, προσοχής, προσεκτικοί
Μεταφράσεις: περίσκεψη, παραινώ, προειδοποίηση, επιφύλαξη, προειδοποιώ, νουθετώ, προσοχή, σύνεση, προσοχής, προσεκτικοί