Привычный στα ελληνικά
Μετάφραση: привычный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανονικός, φυσιολογικός, εξοικειωμένος, συνηθισμένος, χρόνιος, συνήθης, συνήθη, συνήθους, τη συνήθη, η συνήθης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бадминтон στα ελληνικά - παιγνίδι όμοιο με τέννις, μπάντμιντον, badminton, το μπάντμιντον, του μπάντμιντον
- безнадежный στα ελληνικά - απελπισμένος, απεγνωσμένος, απελπιστική, χωρίς ελπίδα, μάταιο, μάταιη
- бестактность στα ελληνικά - αγένεια, έλλειψη λεπτότητος
- возбудимый στα ελληνικά - ευέξαπτος, ευερέθιστος, διεγέρσιμα, ευερέθιστη, ευερέθιστα, να διεγερθούν
Τυχαίες λέξεις
Привычный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανονικός, φυσιολογικός, εξοικειωμένος, συνηθισμένος, χρόνιος, συνήθης, συνήθη, συνήθους, τη συνήθη, η συνήθης
Μεταφράσεις: κανονικός, φυσιολογικός, εξοικειωμένος, συνηθισμένος, χρόνιος, συνήθης, συνήθη, συνήθους, τη συνήθη, η συνήθης