Придирчивость στα ελληνικά

Μετάφραση: придирчивость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακριβολογία, αναζήτησης βλαβών, αναζήτησης λαθών
Придирчивость στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бессердечие στα ελληνικά - απανθρωπιά, σκληρότητα, σκληρότητας, τη σκληρότητα, βαναυσότητα, αγριότητα
  • бифуркация στα ελληνικά - διακλάδωση, διακλάδωσης, διχασμό, διχασμού, διακλαδώσεως
  • добродушно-веселый στα ελληνικά - πολύ εγκάρδιος, καλοκάγαθους, καλόκαρδος, καλοσυνάτα
Τυχαίες λέξεις
Придирчивость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακριβολογία, αναζήτησης βλαβών, αναζήτησης λαθών