Λέξη: γόητρο

Σχετικές λέξεις: γόητρο

κοινωνικό γόητρο, γόητρο αγγλικά, γόητρο ετυμολογία, γόητρο συνώνυμο

Συνώνυμα: γόητρο

κύρος

Μεταφράσεις: γόητρο

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
prestige, prestigious, prestige of, brand image
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
prestigio, el prestigio, de prestigio, prestigio de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
prestige, Ansehen, Prestige, Prestiges
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
prestige, crédit, le prestige, de prestige, du prestige, prestige de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
prestigio, di prestigio, il prestigio, prestige, pregio
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prestígio, de prestígio, prestige, prestigio, o prestígio
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gezag, autoriteit, prestige, Luxe, aanzien, prestigieuze, het prestige
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
престиж, авторитет, Prestige, престижа, престижность
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
prestisje, Prestige, prestisjen, anse
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
prestige, anseende, Prestiges
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
arvo, maine, arvovalta, Prestige, arvovaltaa, arvostus, arvostusta
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
prestige, Prestiges, anseelse
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
věhlas, prestiž, Prestige, prestižní, prestiže, prestiži
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
poważanie, prestiż, prestiżu, prestige, prestiżowych
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
presztízs, presztízse, presztízsét, presztízsének, presztízst
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
prestij, prestijli, prestiji, prestige, itibar
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
фокусники, престиж, авторитет
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
prestigj, prestigjin, prestigji, prestigjin e, prestigj të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
престиж, престижа, авторитет, престижен, авторитета
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прэстыж
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mõjukus, prestiiž, Prestige, prestiiži, maine, mainet
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ugled, utjecaj, prestiž, Prestige, prestiža, prestiza
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
álit, Prestige, upphefð
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
dignitas
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prestižas, Prestige, prestižą, prestižo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
prestižs, Prestige, prestižu, prestiža, prestižā
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
престиж, престижот, углед, престижната, престижни
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
prestigiu, prestigiul, prestigiului, de prestigiu, prestige
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prestiž, prestige, ugled, prestiža, prestižni
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prestíž, prestíže, prestiž, zlepšovať profil
Τυχαίες λέξεις