Прижимистый στα ελληνικά

Μετάφραση: прижимистый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσιγκούνης, παραδόπιστος, φιλάργυρος, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, στενό, στενά
Прижимистый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антивещество στα ελληνικά - αντίσωμα, αντιύλη, αντιύλης, την αντιύλη, η αντιύλη, της αντιύλης
  • борозда στα ελληνικά - ρυτιδώνω, εξοπλίζω, ρυτίδα, αυλάκι, πτυχή, στήνω, ζάρα, ...
  • диатонический στα ελληνικά - διατονική, diatonic, διατονικών, διατονικό, διατονικής
  • жонглерство στα ελληνικά - ταχυδακτυλουργία, ταχυδακτυλουργικό κόλπο, ταχυδακτυλουργικά κόλπα, λαθροχειρία, ταχυδακτυλουργιών
Τυχαίες λέξεις
Прижимистый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσιγκούνης, παραδόπιστος, φιλάργυρος, σφιχτό, σφιχτά, σφιχτή, στενό, στενά