Στεγαστικός στα αγγλικά
Μετάφραση: στεγαστικός, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
housing
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στεγαστικός
στεγαστικόσ διαχωρισμόσ, στεγαστικός οργανισμός δημοσίων υπαλλήλων, στεγαστικός συνεταιρισμός, στεγαστικός λεξικό γλώσσας αγγλικά, στεγαστικός στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- στείρος στα αγγλικά - sterile, infertile, barren, jejune, effete
- στεγάζω στα αγγλικά - accommodate, stegazo
- στεγνός στα αγγλικά - dry, tearless, dry as, dry condition
- στενά στα αγγλικά - pass, closely, narrowly, straits, narrow, close
Τυχαίες λέξεις
Στεγαστικός στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: housing
Μεταφράσεις: housing