Прилив στα ελληνικά
Μετάφραση: прилив, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλημμυρίζω, κύμα, τρέχω, κατακλύζω, ξεχύνομαι, πλημμύρες, κοκκινίζω, ρέω, ροή, πληθώρα, κατακλυσμός, εισροή, βιασύνη, αφεντικό, ορμή, Rush, αιχμής, βιασύνη για, εσπευσμένης προσφυγής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антропоморфизм στα ελληνικά - ανθρωπομορφισμός, ανθρωπομορφισμού, ανθρωπομορφισμό, του ανθρωπομορφισμού, τον ανθρωπομορφισμό
- босой στα ελληνικά - ξυπόλυτος, χωρίς παπούτσια, ξυπόλητος, ξυπόλητοι, ξυπόλυτοι
- выщерблять στα ελληνικά - βαθούλωμα, στραπατσάρισμα, βαθουλώνω, vyscherblyat
- дословный στα ελληνικά - κυριολεκτικός, κατά γράμμα, γραμματική, κυριολεκτική, literal
Τυχαίες λέξεις
Прилив στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλημμυρίζω, κύμα, τρέχω, κατακλύζω, ξεχύνομαι, πλημμύρες, κοκκινίζω, ρέω, ροή, πληθώρα, κατακλυσμός, εισροή, βιασύνη, αφεντικό, ορμή, Rush, αιχμής, βιασύνη για, εσπευσμένης προσφυγής
Μεταφράσεις: πλημμυρίζω, κύμα, τρέχω, κατακλύζω, ξεχύνομαι, πλημμύρες, κοκκινίζω, ρέω, ροή, πληθώρα, κατακλυσμός, εισροή, βιασύνη, αφεντικό, ορμή, Rush, αιχμής, βιασύνη για, εσπευσμένης προσφυγής