Припадок στα ελληνικά
Μετάφραση: припадок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιδρομή, επιτίθεμαι, σπασμός, επίθεση, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών
Μεταφράσεις
- благотворный στα ελληνικά - επωφελής, υγιεινός, θρεπτικός, ωφέλιμος, ευεργετικός, αγαθόεργος, αγαθοεργοί, ...
- вице-консул στα ελληνικά - υποπρόξενο, υποπρόξενος, υποπρόξενου, ανθύπατος, ανθύπατο
- громогласно στα ελληνικά - δυνατά, μεγαλόφωνα, μεγαλοφώνως
- дымка στα ελληνικά - γάζα, καταχνιά, πούσι, αχλή, ομίχλη, θολότητα, θολώματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Припадок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιδρομή, επιτίθεμαι, σπασμός, επίθεση, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών
Μεταφράσεις: επιδρομή, επιτίθεμαι, σπασμός, επίθεση, κατάσχεση, κατάσχεσης, κατάληψη, την κατάσχεση, σπασμών