Пропечатать στα ελληνικά
Μετάφραση: пропечатать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δημοσιεύω, δακτυλογραφώ, τυπώνω, είδος, εμπριμέ, σφραγισμένο, σταμπωτά, σφραγίδα και, σταμπωτών, σταμπωτό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- астрофизик στα ελληνικά - αστροφυσικός, αστροφυσικό, ο αστροφυσικός, αστροφυσικού, αστροφυσικός του
- бухнуть στα ελληνικά - φουσκώνω, διευρύνω, εξογκώνω, πρήζω, διαστέλλω, επεκτείνω, τραβώ, ...
- вещественно στα ελληνικά - υλικά, ουσιαστικά, σημαντικά, ουσιωδώς, ουσιαστικό
- возрождать στα ελληνικά - αναστηλώνω, αποκαθιστώ, αναβιώνω, αναζωογονώ, ανακτώ, αναβιώσει, αναβιώσουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Пропечатать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δημοσιεύω, δακτυλογραφώ, τυπώνω, είδος, εμπριμέ, σφραγισμένο, σταμπωτά, σφραγίδα και, σταμπωτών, σταμπωτό
Μεταφράσεις: δημοσιεύω, δακτυλογραφώ, τυπώνω, είδος, εμπριμέ, σφραγισμένο, σταμπωτά, σφραγίδα και, σταμπωτών, σταμπωτό