Прорубать στα ελληνικά
Μετάφραση: прорубать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πελεκώ, κόβω, κόψιμο, κοπή, λαξεύω, HEW, της HEW, για λαξεύω
Μεταφράσεις
- аляска στα ελληνικά - Αλάσκα, Αλάσκας, alaska, της Αλάσκας, την Αλάσκα
- бренный στα ελληνικά - αδύναμος, χρονικός, κοσμικός, εγκόσμιος, φθαρτός, αναλώσιμων, αλλοιώσιμα, ...
- взбучка στα ελληνικά - κατσάδα, επίπληξη, παλλόμενος, επιτιμώ, αλώνισμα, το αλώνισμα, ξυλοφόρτωμα, ...
- движение στα ελληνικά - κυκλοφορία, πτερυγίζω, πρόοδος, σέρβις, πηγαίνω, ταξιδεύω, εξυπηρέτηση, ...
Τυχαίες λέξεις
Прорубать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πελεκώ, κόβω, κόψιμο, κοπή, λαξεύω, HEW, της HEW, για λαξεύω
Μεταφράσεις: πελεκώ, κόβω, κόψιμο, κοπή, λαξεύω, HEW, της HEW, για λαξεύω