Раздавать στα ελληνικά
Μετάφραση: раздавать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μοιράζω, διανέμω, απονέμω, αγορά, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε
Μεταφράσεις
- атональный στα ελληνικά - χωρίς μουσικήν κλείδα, ατονική, ατονικά, ατονικό, ατονικής
- бархан στα ελληνικά - αμμόλοφος, barkhan
- воронение στα ελληνικά - λουλάκι, λουλακιάσματος, μελανώσεις, ινδικό, κυανούν
- донкихотский στα ελληνικά - δονκιχωτικός, δονκιχωτικής, δονκιχοτική, δονκιχωτική, δονκιχωτικό
Τυχαίες λέξεις
Раздавать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μοιράζω, διανέμω, απονέμω, αγορά, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε
Μεταφράσεις: μοιράζω, διανέμω, απονέμω, αγορά, διανέμουν, διανείμει, διανέμει, τη διανομή, διανείμετε