Расправить στα ελληνικά
Μετάφραση: расправить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώσει, ισιώστε, να ισιώσει, ισιώσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- биохимик στα ελληνικά - βιοχημικός, βιοχημικό, το βιοχημικό, biochemist, βιοχημικού
- визитка στα ελληνικά - πρίγκιπας, ζακέτα, αποκομμένη, σε τομή, κομμένη, αποκομμένο
- выдержка στα ελληνικά - γήρανση, μετριοπάθεια, δυνάμεις, μένω, εγκράτεια, απόσπασμα, το απόσπασμα, ...
- дамаск στα ελληνικά - Δαμάσκο, Δαμασκό, Δαμασκού, Δαμασκός, τη Δαμασκό
Τυχαίες λέξεις
Расправить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώσει, ισιώστε, να ισιώσει, ισιώσετε
Μεταφράσεις: ισοπεδώνω, ισιώνω, ισιώσει, ισιώστε, να ισιώσει, ισιώσετε