Ревматизм στα ελληνικά

Μετάφραση: ревматизм, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρευματισμοί, ρευματισμός, ρευματισμούς, ρευματισμών, τους ρευματισμούς
Ревматизм στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бойкотировать στα ελληνικά - μαύρος, μποϋκοτάρω, μποϋκοτάζ, μποϊκοτάζ, μποϊκοτάρισμα, αποκλεισμό, το μποϊκοτάζ
  • бруней στα ελληνικά - Μπρουνέι, το Μπρουνέι, του Μπρουνέι, Brunei, Μπρούνεϊ
  • взбешенный στα ελληνικά - άγριος, οργισμένος, βάρβαρος, μαινόμενος, ξέφρενος, έξαλλος, τσαντισμένος, ...
  • гнусавый στα ελληνικά - ρινικός, ρινική, ρινικό, ρινικής, ρινικού
Τυχαίες λέξεις
Ревматизм στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρευματισμοί, ρευματισμός, ρευματισμούς, ρευματισμών, τους ρευματισμούς