Режиссировать στα ελληνικά

Μετάφραση: режиссировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φάση, προσκομίζω, σκηνοθετώ, παράγω, σκηνή, στάδιο, απευθείας, άμεσος, άμεση, άμεσες, άμεσης
Режиссировать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • высылка στα ελληνικά - απέλαση, εξορίζω, εξορία, απέλασης, απομάκρυνσης, εκδίωξη, αποβολή
  • галушка στα ελληνικά - ζύμη, είδος ζυμαρικών, ζυμαρικών, μπουλεττών, λουκουμά, μπουλέττα
  • графология στα ελληνικά - γραφολογία, γραφολογίας, η γραφολογία, την γραφολογία, της γραφολογίας
  • досуг στα ελληνικά - ελεύθερος χρόνος, άνεση, αναψυχής, αναψυχή, ελεύθερο χρόνο
Τυχαίες λέξεις
Режиссировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φάση, προσκομίζω, σκηνοθετώ, παράγω, σκηνή, στάδιο, απευθείας, άμεσος, άμεση, άμεσες, άμεσης