Реликт στα ελληνικά
Μετάφραση: реликт, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιβίωση, λείψανο, λείψανα, κατάλοιπο, κειμήλιο, απομεινάρι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- взводить στα ελληνικά - μπράτσο, όπλο, κόκορας, πετεινός, χέρι, εκκαθάριση, περάτωση, ...
- вовлекать στα ελληνικά - έλκω, εμπλέκομαι, εμπλέκω, ζωγραφίζω, τραβώ, μπλέκω, βουτώ, ...
- жало στα ελληνικά - ξεπετάγομαι, τσιμπώ, κεντρί, κεντρίζω, βέλος, τσίμπημα, τσιμπήματος, ...
- жарынь στα ελληνικά - zharyn
Τυχαίες λέξεις
Реликт στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιβίωση, λείψανο, λείψανα, κατάλοιπο, κειμήλιο, απομεινάρι
Μεταφράσεις: επιβίωση, λείψανο, λείψανα, κατάλοιπο, κειμήλιο, απομεινάρι