Реставрировать στα ελληνικά
Μετάφραση: реставрировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβιώνω, ανακτώ, αναζωογονώ, αποκαθιστώ, αναστηλώνω, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, την αποκατάσταση, επαναφέρετε, την αποκατάσταση της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амеба στα ελληνικά - αμοιβάδα, αμοιβάδες, amoeba, αμοιβάδας, η αμοιβάδα
- банкир στα ελληνικά - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
- выругать στα ελληνικά - καταριέμαι, μαλώνω, επιπλήξει, επιπλήξτε, επιπλήξει το, κατσαδιάζω
- гипотетичный στα ελληνικά - εικαστικός, υποθετικός, ΥΠΟΘΕΤΙΚΑ, υποθετική, υποθετικό, υποθετικά
Τυχαίες λέξεις
Реставрировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβιώνω, ανακτώ, αναζωογονώ, αποκαθιστώ, αναστηλώνω, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, την αποκατάσταση, επαναφέρετε, την αποκατάσταση της
Μεταφράσεις: αναβιώνω, ανακτώ, αναζωογονώ, αποκαθιστώ, αναστηλώνω, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, την αποκατάσταση, επαναφέρετε, την αποκατάσταση της