Рой στα ελληνικά

Μετάφραση: рой, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σμάρι, φιλοξενώ, σύμπλεγμα, συστοιχία, σμήνος, οικοδεσπότης, Roy, Ο Roy, Ρόι, του Roy, τον Roy
Рой στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • быль στα ελληνικά - γεγονός, αληθινή ιστορία, πραγματική ιστορία, αληθινής ιστορίας, αληθινή ιστορία που, η αληθινή ιστορία
  • вирусология στα ελληνικά - ιολογία, ιολογίας, Virology, της ιολογίας, ιολογικές
  • возвышенно στα ελληνικά - πολύ, sublimely, ανυπέρβλητα
  • дозволяющий στα ελληνικά - επιτρεπτικός, επιτρεπτικά, ανεκτική, επιτρεπτές, επιτρεπτική
Τυχαίες λέξεις
Рой στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σμάρι, φιλοξενώ, σύμπλεγμα, συστοιχία, σμήνος, οικοδεσπότης, Roy, Ο Roy, Ρόι, του Roy, τον Roy