Рукавица στα ελληνικά
Μετάφραση: рукавица, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουκουλώνω, γάντι, πνίγω, ψευτογάντι, mitten, Μανίκια, γαντιού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- автопогрузчик στα ελληνικά - autoloader, μηχανισμό αυτόματης φόρτωσης, μηχανισμού αυτόματης φόρτωσης, μηχανισμός αυτόματης φόρτωσης, αυτόματης φόρτωσης
- аммиачный στα ελληνικά - αμμωνιακός, αμμωνία, αμμωνίας, αμμώνιο, αμμωνιακό
- безмятежность στα ελληνικά - γαλήνη, ηρεμία, ησυχασμός, ηρεμίας, γαλήνης, την ηρεμία
- деревушка στα ελληνικά - χωριουδάκι, Άμλετ, Hamlet, κωμόπολη, τον Άμλετ
Τυχαίες λέξεις
Рукавица στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουκουλώνω, γάντι, πνίγω, ψευτογάντι, mitten, Μανίκια, γαντιού
Μεταφράσεις: κουκουλώνω, γάντι, πνίγω, ψευτογάντι, mitten, Μανίκια, γαντιού