Самообладание στα ελληνικά
Μετάφραση: самообладание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηρεμία, αταραξία, φραγμός, κορμοστασιά, ψυχραιμία, την ψυχραιμία, αυτοκυριαρχία, την ηρεμία
Μεταφράσεις
- благотворный στα ελληνικά - επωφελής, υγιεινός, θρεπτικός, ωφέλιμος, ευεργετικός, αγαθόεργος, αγαθοεργοί, ...
- близкий στα ελληνικά - κολλητός, πρόχειρος, ενδόμυχος, στενός, συγγενικός, συγγενής, εύχρηστος, ...
- додать στα ελληνικά - περικλείω, εσωκλείω, αυξάνω, επισυνάπτω, προσθέτω, συνδέω, συμπλήρωμα, ...
- домотканый στα ελληνικά - καθημερινές, χειροποίητο, χειροποίητα, το χειροποίητο, απλοϊκή
Τυχαίες λέξεις
Самообладание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηρεμία, αταραξία, φραγμός, κορμοστασιά, ψυχραιμία, την ψυχραιμία, αυτοκυριαρχία, την ηρεμία
Μεταφράσεις: ηρεμία, αταραξία, φραγμός, κορμοστασιά, ψυχραιμία, την ψυχραιμία, αυτοκυριαρχία, την ηρεμία