Светило στα ελληνικά
Μετάφραση: светило, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρωταγωνιστής, ξανθός, φωτίζω, φωτερός, ανάβω, αστέρι, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- археология στα ελληνικά - αρχαιολογία, αρχαιολογίας, την αρχαιολογία, η αρχαιολογία, της αρχαιολογίας
- бахнуть στα ελληνικά - βροντώ, χαστούκι, κρότος, βρόντος, ραπίζω, γδούπος, Bang, ...
- гиперинфляция στα ελληνικά - υπερπληθωρισμός, υπερπληθωρισμό, υπερπληθωρισμού, ο υπερπληθωρισμός, υπερδιάταση
- динамический στα ελληνικά - δυναμικός, δυναμική, δυναμικό, δυναμικής, δυναμικές
Τυχαίες λέξεις
Светило στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρωταγωνιστής, ξανθός, φωτίζω, φωτερός, ανάβω, αστέρι, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση
Μεταφράσεις: πρωταγωνιστής, ξανθός, φωτίζω, φωτερός, ανάβω, αστέρι, φως, φωτός, πρίσμα, το φως, βάση