Λέξη: παλαιοντολόγος

Μεταφράσεις: παλαιοντολόγος

παλαιοντολόγος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
palaeontologist, paleontologist, a paleontologist, a palaeontologist, Senior Palaeontologist

παλαιοντολόγος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
paleontólogo, el paleontólogo, paleontólogo de, paleontóloga, del paleontólogo

παλαιοντολόγος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Paläontologe, Paläontologen, Paläontologin, der Paläontologe, paleontologist

παλαιοντολόγος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
paléontologiste, paléontologue, le paléontologue, paléontologue de, le paléontologiste

παλαιοντολόγος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
paleontologo, paleontologist, il paleontologo, paleontologa, paleontologi

παλαιοντολόγος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
paleontólogo, paleontologista, paleontologist, o paleontólogo, paleontóloga

παλαιοντολόγος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
palaeontoloog, paleontologist, paleontoloog, de paleontoloog, paleontoloog te

παλαιοντολόγος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
палеонтолог, палеонтологом, палеонтолога

παλαιοντολόγος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
paleontolog, paleontologist, paleontologen

παλαιοντολόγος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
paleontolog, paleontologist, paleontologen, paleontologisten

παλαιοντολόγος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
paleontologi, paleontologin

παλαιοντολόγος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
palæontolog, palæontologen, paleontolog, paleontologist

παλαιοντολόγος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
paleontolog, paleontologist, paleontologa, paleontologem

παλαιοντολόγος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
paleontologia, paleontolog, paleontologiem, paleontolog z, paleontologa

παλαιοντολόγος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
paleontológus, paleontológusa, őslénykutató

παλαιοντολόγος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
paleontolog, bir paleontolog, paleontologlarından, paleontolog olan, paleontoloğu

παλαιοντολόγος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
палеонтолог

παλαιοντολόγος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
paleontologjist, palaentolog, Paleontologu, paleontolog, paleontolog i

παλαιοντολόγος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
палеонтолог, палеонтологът, палеонтолога

παλαιοντολόγος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палеантолаг, палеантолага

παλαιοντολόγος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
paleontoloog, paleontoloogi, paleontoloogiks

παλαιοντολόγος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
paleontolog, paleontologinja, je paleontologinja

παλαιοντολόγος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
paleontologist

παλαιοντολόγος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paleontologas, Paleontolog

παλαιοντολόγος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
paleontologs

παλαιοντολόγος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
палеонтологот, палеонтолог

παλαιοντολόγος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
paleontolog, paleontologul, paleontologului, pe paleontologul, paleontolog specializat

παλαιοντολόγος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
paleontolog

παλαιοντολόγος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
paleontológ, paleontolog
Τυχαίες λέξεις