Слопать στα ελληνικά
Μετάφραση: слопать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταβροχθίζω, καταβροχθίσουν, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσει, καταπίνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амурный στα ελληνικά - ερωτικός, ερωτευμένος, ερωτικές, ερωτική, ερωτικό
- атаковать στα ελληνικά - επιδρομή, επίθεση, βιαιοπραγία, επιτίθεμαι, επίθεσης, προσβολή, ομάδα, ...
- бледнеть στα ελληνικά - χλωμός, ξανθός, στρίβω, στροφή, σειρά, χλωμό, ωχρό, ...
- вокабула στα ελληνικά - vocable
Τυχαίες λέξεις
Слопать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταβροχθίζω, καταβροχθίσουν, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσει, καταπίνουν
Μεταφράσεις: καταβροχθίζω, καταβροχθίσουν, καταβροχθίζουν, καταβροχθίσει, καταπίνουν