Слушаться στα ελληνικά
Μετάφραση: слушаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμπάρι, υπακούω, ακούω, κρατώ, αφουγκράζομαι, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- биотоки στα ελληνικά - πιθανότητα, ενδεχόμενος, τάση, biotoki
- богомольный στα ελληνικά - πιστός, ευσεβής, προσευχόμενος, ευλαβής, προσευχητική, την προσευχητική
- грянуть στα ελληνικά - μπουμπουνίζω, βροντές, βροντώ, ξεσπάσει, ξεσπούν, ξεφύγει από, ξεσπάσουν, ...
- забвение στα ελληνικά - λησμονιά, λήθη, λήθης, τη λήθη, αφάνεια
Τυχαίες λέξεις
Слушаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμπάρι, υπακούω, ακούω, κρατώ, αφουγκράζομαι, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε
Μεταφράσεις: αμπάρι, υπακούω, ακούω, κρατώ, αφουγκράζομαι, ακούσετε, να ακούσετε, ακούν, ακούτε