Собрание στα ελληνικά
Μετάφραση: собрание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύναξη, εκκλησίασμα, αναμέτρηση, συναρμολόγηση, ομήγυρη, συνθήκη, ώρα, συνέλευση, συγκέντρωση, συνέδριο, σύμβαση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анализировать στα ελληνικά - αποσυνθέτω, διαμελίζω, τεμαχίζω, σαπίζω, αναζήτηση, αναλύω, αναλύσει, ...
- выпь στα ελληνικά - είδος ερωδίου, Bittern, ήταυρος, τρανομουγκάνα, μικροτσικνιάς
- густо στα ελληνικά - άφθονα, πυκνά, thickly, παχύ στρώμα, πυκνό, παχιά
- дерзание στα ελληνικά - θάρρος, τόλμημα, γενναιότητα, τόλμη, τολμηρή, τολμηρό, τολμηρές, ...
Τυχαίες λέξεις
Собрание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύναξη, εκκλησίασμα, αναμέτρηση, συναρμολόγηση, ομήγυρη, συνθήκη, ώρα, συνέλευση, συγκέντρωση, συνέδριο, σύμβαση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης
Μεταφράσεις: σύναξη, εκκλησίασμα, αναμέτρηση, συναρμολόγηση, ομήγυρη, συνθήκη, ώρα, συνέλευση, συγκέντρωση, συνέδριο, σύμβαση, συλλογή, συλλογής, τη συλλογή, είσπραξη, είσπραξης