Спертый στα ελληνικά

Μετάφραση: спертый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απεριποίητος, πνιγηρός, μπαγιάτικος, αποπνικτικός, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη
Спертый στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • адекватность στα ελληνικά - επάρκεια, συμφωνία, αλληλογραφία, συγκατάθεση, συμμόρφωση, επάρκειας, καταλληλότητα, ...
  • алкать στα ελληνικά - καημός, επιθυμία, πείνα, πείνας, την πείνα, της πείνας, η πείνα
  • буер στα ελληνικά - βάρκα, πλοίο, σκάφος, σκάφους, σκαφών
  • граничный στα ελληνικά - ύψιστος, περιθωριακός, ακραίος, μέγιστος, σύνορο, όριο, όρια, ...
Τυχαίες λέξεις
Спертый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοντά, αποπνιχτικός, κολλητός, απεριποίητος, πνιγηρός, μπαγιάτικος, αποπνικτικός, μπαγιάτικο, έωλη, πολυδιατηρημένο, μπαγιάτικη