Спугивать στα ελληνικά

Μετάφραση: спугивать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φοβίζω, εκφοβίζω, συγκλονίζω, κοκκινίζω, τρομάζω, φύγε, αποδιώκω, shoo, φαβορί, πήγαινε
Спугивать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безыскусственный στα ελληνικά - αφελής, άτεχνος, απλοϊκή, άτεχνη, άτεχνο
  • вылупиться στα ελληνικά - εκκολάπτομαι, επωάζω, μπουκαπόρτα, άνοιγμα, καταπακτή, καταπακτής, εκκολάπτονται
  • гомосексуальный στα ελληνικά - φαιδρός, ομοφυλόφιλος, χαρούμενος, εύθυμος, ομοφυλόφιλων, ομοφυλοφιλική, ομοφυλοφιλικές, ...
  • денница στα ελληνικά - αυγή, Αυγερινός, Εωσφόρος, ο Εωσφόρος, του Εωσφόρου, τον Εωσφόρο
Τυχαίες λέξεις
Спугивать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φοβίζω, εκφοβίζω, συγκλονίζω, κοκκινίζω, τρομάζω, φύγε, αποδιώκω, shoo, φαβορί, πήγαινε