Стальной) στα ελληνικά
Μετάφραση: стальной), Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάλυβας, ατσαλένιος, ατσάλι, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вата στα ελληνικά - βαμβακερός, βαμβάκι, βαμβακερό, βάτα, παραγέμισμα, βάτες, βάτας, ...
- взбитый στα ελληνικά - χνουδωτός, αφράτος, αφράτα, αφράτο, χνουδωτό
- дарданеллы στα ελληνικά - Δαρδανέλια, Δαρδανελίων, Δαρδανελλίων, των Δαρδανελίων, Δαρδανέλλια
- дог στα ελληνικά - μαντρόσκυλο, Mastiff, μαστήφ, το μαντρόσκυλο, μαστίφ
Τυχαίες λέξεις
Стальной) στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάλυβας, ατσαλένιος, ατσάλι, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα
Μεταφράσεις: χάλυβας, ατσαλένιος, ατσάλι, χάλυβα, σιδήρου και χάλυβα, από χάλυβα