Стечение στα ελληνικά
Μετάφραση: стечение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύνδεσμος, αφθονία, συμβολή, συρροή, συμβολής, συρροής, σύγκλιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- водрузить στα ελληνικά - σηκώνω, ανατρέφω, ορθώνω, υψώνω, ανεγείρω, αναστηλώνω, ανυψωτήρας, ...
- гурман στα ελληνικά - συκώτι, καλοφαγάς, foodie, καλοφαγάδες, καλοφαγά, τους καλοφαγάδες
- деятель στα ελληνικά - πρόσωπο, πολιτικός, αριθμός, μεσίτης, προσωπικότητα, παράγων, πράκτορας, ...
- дошкольник στα ελληνικά - προσχολική, προσχολικής ηλικίας, προσχολικής, παιδιά προσχολικής, παιδικό σταθμό
Τυχαίες λέξεις
Стечение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύνδεσμος, αφθονία, συμβολή, συρροή, συμβολής, συρροής, σύγκλιση
Μεταφράσεις: σύνδεσμος, αφθονία, συμβολή, συρροή, συμβολής, συρροής, σύγκλιση