Страстный στα ελληνικά
Μετάφραση: страстный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπαθής, φλογερός, βίαιος, παράφορος, παθιασμένος, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беззастенчивый στα ελληνικά - ιταμός, ασύστολος, αδιάντροπος, ξετσίπωτος, αναίσχυντος, ξεδιάντροπη, αναίσχυντη, ...
- властитель στα ελληνικά - ρίγα, άρχοντας, κύριος, κυρίαρχος, αυτεξούσιος, μετρ, ηγεμόνας, ...
- горох στα ελληνικά - μπιζέλι, μπιζέλια, αρακάς, τα μπιζέλια, πίσα, αρακά
- завершение στα ελληνικά - κλείσιμο, ολοκλήρωση, διενέργεια, κοντά, τελειοποίηση, λήξη, τέλος, ...
Τυχαίες λέξεις
Страстный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπαθής, φλογερός, βίαιος, παράφορος, παθιασμένος, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος
Μεταφράσεις: εμπαθής, φλογερός, βίαιος, παράφορος, παθιασμένος, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος