Строение στα ελληνικά

Μετάφραση: строение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατασκευή, σκελετός, πλαισιώνω, σώμα, άμμος, σχηματισμός, αμμόλιθος, κρατίδιο, δομή, έκθεση, κτήριο, χαλίκι, σύνθεση, πλαίσιο, ανέγερση, υφή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης
Строение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • альпинист στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
  • выдающийся στα ελληνικά - σημαντικός, αξιοσημείωτος, εξαιρετικός, απίθανος, μεγάλος, διακεκριμένος, κορυφαίος, ...
  • высокий στα ελληνικά - οξυδερκής, βαρύς, οξύς, πανύψηλος, αλύγιστος, έντονος, άκαμπτος, ...
  • двояковыпуклый στα ελληνικά - φακοειδές, φακοειδή, φακοειδούς, φακοειδείς, φακοειδών
Τυχαίες λέξεις
Строение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατασκευή, σκελετός, πλαισιώνω, σώμα, άμμος, σχηματισμός, αμμόλιθος, κρατίδιο, δομή, έκθεση, κτήριο, χαλίκι, σύνθεση, πλαίσιο, ανέγερση, υφή, δομής, διάρθρωση, διάρθρωσης