Твердость στα ελληνικά
Μετάφραση: твердость, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταθερότητα, γρανίτης, ουσία, σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бечевник στα ελληνικά - towpath
- виноградина στα ελληνικά - σταφύλι, σταφυλιών, σταφυλιού, σταφυλής, σταφυλιών που
- гонт στα ελληνικά - βότσαλο, βότσαλα, με βότσαλα, βοτσάλων, ξυλοκεράμων
- дополнить στα ελληνικά - συμπληρώνω, συμπλήρωμα, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Τυχαίες λέξεις
Твердость στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταθερότητα, γρανίτης, ουσία, σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα
Μεταφράσεις: σταθερότητα, γρανίτης, ουσία, σκληρότητα, σκληρότητας, σκληρότητας του, σκληρότητα του, η σκληρότητα