Λέξη: τότε

Σχετικές λέξεις: τότε

τότε συνώνυμα, τότε που κρύψαμε έναν άγγελο, τότε που ζούσαμε, τότε κι εγώ θα θυμηθώ γιάννης χαρούλης, τότε είπε και γεννήθηκεν η θάλασσα, τότε που πήγαμε βόλτα τον επιτάφιο, τότε κι εγώ στίχοι, τότε που τραγουδούσαν οι θεοί, τότε τας πόλεις απόλλυσθαι όταν μη δύνωνται τους φαύλους από των σπουδαίων διακρίνειν, τότε και τώρα - b.d foxmoor

Συνώνυμα: τότε

έπειτα, λοιπόν

Μεταφράσεις: τότε

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
then, time, you, it, since
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
entonces, luego, después, continuación
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
da, derzeitig, damals, folglich, dann, damalig, anschließend, Sie dann, danach
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
donc, subséquemment, partant, là, ensuite, après, puis, alors
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
quindi, allora, conseguentemente, poi, quindi fare
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
então, depois, tema, em seguida, seguida
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ergo, dan, toch, toen, dus, vervolgens, daarna, dan is
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
потом, далее, тогда, тут, затем, то
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
deretter, derfor, da, så, og, og deretter
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sedan, då, därefter, så, dess
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sitten, siis, silloin, jälkeen, niin, sen jälkeen
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
derpå, da, så, altså, derefter, herefter
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tedy, pak, tenkrát, tehdy, potom, poté, klepněte, klepněte na
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
stamtąd, następnie, potem, wówczas, wtedy, wtenczas, a następnie
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
akkori, akkor, majd, ezután, aztán
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
sonra, ardından, daha sonra, sonra da, o
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
потім, тоді, був, а потім
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pastaj, atëherë, pas, më pas, pastaj të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
след това, тогава, после, след, след което
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
там, затым, потым, пасля
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
siis, seejärel
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tadašnji, tada, stoga, onda, nego, zatim, a zatim, potom
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
svo, síðan, þá, þá er
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
tunc, inde, deinde, tum
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
toliau, tada, paskui, po to, tuomet, vėliau
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tad, pēc tam, tam, pēc
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тогаш, потоа, а потоа, потоа да
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
apoi, atunci, apoi se
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
potem, nato, potem pa, takrat, nato pa
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
potom, tak, následne

Στατιστικά δημοτικότητας: τότε

Τυχαίες λέξεις