Тонкий στα ελληνικά

Μετάφραση: тонкий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψιλός, αραιός, μαλθακός, ισχνός, αίθριος, εκλεπτυσμένος, λιγνός, οξυδερκής, θίγω, φίνος, αδυνατίζω, λεπτός, αραιώνω, προσβάλλω, ενδιαφερόμενος, μικρός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές
Тонкий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ангельский στα ελληνικά - αγγελικός, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές
  • вытачивать στα ελληνικά - σειρά, στροφή, στρίβω, αλέσει, άλεσμα, τρόχισμα, το τρόχισμα, ...
  • демилитаризация στα ελληνικά - αποστρατιωτικοποίηση, αποστρατικοποίηση, αποστρατικοποίησης, αποστρατιωτικοποίησης, την αποστρατιωτικοποίηση
  • досиживать στα ελληνικά - μένω, κάθομαι, υπηρετούσε, εξυπηρετούσε, εξέτιε, εκτελούσε, εξέτισε
Τυχαίες λέξεις
Тонкий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψιλός, αραιός, μαλθακός, ισχνός, αίθριος, εκλεπτυσμένος, λιγνός, οξυδερκής, θίγω, φίνος, αδυνατίζω, λεπτός, αραιώνω, προσβάλλω, ενδιαφερόμενος, μικρός, λεπτό, λεπτή, λεπτής, λεπτές