Λέξη: μπαμπάς

Σχετικές λέξεις: μπαμπάς

μπαμπάς μαμ, μπαμπάς έκανε μούσκεμα τα παιδιά του με μια σατανική παγίδα, μπαμπάς γλυκό, μπαμπάς «super ήρωας» σε απίστευτη διάσωση της τελευταίας στιγμής video, μπαμπάς με ρούμι, μπαμπάς μαμ μυτιλήνη, μπαμπάς και κόρη, μπαμπάς κουκάκι, μπαμπάς συνταγή, μπαμπάς «super ήρωας» σε απίστευτη διάσωση της τελευταίας στιγμής

Συνώνυμα: μπαμπάς

παπάκης, παπά, πατέρας

Μεταφράσεις: μπαμπάς

μπαμπάς στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dad, daddy, papa, father

μπαμπάς στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
papá, padre, el papá, papá del, del papá

μπαμπάς στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
paps, papa, papi, vater, vati, Papa, Vater, Dad

μπαμπάς στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
papa, père, pčre, le papa, dad

μπαμπάς στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
papà, babbo, padre, dad, il papà, papa

μπαμπάς στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
papai, pai, paizinho, dad, o pai

μπαμπάς στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pappie, pa, papa, vaartje, pappa, vader, Dad, pap

μπαμπάς στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
батя, папа, папаша, отец, папочка, папой, отца, папы

μπαμπάς στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pappa, faren, far, dad

μπαμπάς στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
pappa, farsa, far, dad, farsan

μπαμπάς στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
isä, taatto, isukki, iskä, dad, isänsä, isälle, isän

μπαμπάς στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
far, papa, dad, fars

μπαμπάς στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tatínek, taťka, tatíček, táta, otec, Tati, Dad

μπαμπάς στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tatulek, tato, papa, tata, tatuś, ojciec, dad

μπαμπάς στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
apuka, papa, apu, Apa, apám, apád, Dad

μπαμπάς στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
baba, babam, baban, babası, dad

μπαμπάς στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тато, татко, папа, батько, тату

μπαμπάς στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
babalok, baba, babai, babi, baba i, babai i

μπαμπάς στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
папа, татко, баща, на баща, бащата, баща ми

μπαμπάς στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тата, папа, бацька

μπαμπάς στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
issi, paps, isa, isale, isaga, dad

μπαμπάς στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
otac, tatica, tata, tata je, je tata, otac je

μπαμπάς στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
pabbi, pabba, faðir, að pabbi

μπαμπάς στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tėvelis, tėtis, tėvas, dad, tėčiu

μπαμπάς στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tētis, tēvs, tēti, tēvam

μπαμπάς στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
татко, тато, татко ми, ми, тате

μπαμπάς στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tata, tatăl, tatal, tată, tatălui

μπαμπάς στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
táta, oče, očka, oče je, Dad, očeta

μπαμπάς στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
otec, táta, ocko, oco, tato

Στατιστικά δημοτικότητας: μπαμπάς

Τυχαίες λέξεις