Трата στα ελληνικά

Μετάφραση: трата, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγίζω, δαπάνες, οχετός, δαπάνη, έξοδα, δαπανών, των δαπανών, οι δαπάνες
Трата στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • батопорт στα ελληνικά - υδατοστεγές κιβώτιο, caisson, κιβωτοειδές στοιχείο, κιβωτοειδές, τύπου κώδωνα
  • бездымный στα ελληνικά - άκαπνος, άκαπνη, άκαπνων, μη καπνιζόμενα, δεν προορίζονται για καύση
  • воспаляться στα ελληνικά - αρμόζω, παίρνω, γίνομαι, αποκτώ, ερεθίζω, φλογίζω, φλέγω, ...
  • грубиянить στα ελληνικά - βρίσκομαι, είμαι, διανύω, είναι, να είναι, να, ήταν
Τυχαίες λέξεις
Трата στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγίζω, δαπάνες, οχετός, δαπάνη, έξοδα, δαπανών, των δαπανών, οι δαπάνες