Тюлень στα ελληνικά

Μετάφραση: тюлень, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βούλα, βώλος, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Тюлень στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бельгийка στα ελληνικά - Βέλγος, βελγικός, βελγική, βελγικές, βελγικό
  • бодец στα ελληνικά - καθοδηγώ, κεντρίζω, βουκέντρο, παροτρύνω, goad, βουκέντρα, μαστίγιο
  • дееспособный στα ελληνικά - ικανός, ικανό, ικανή, ικανά, ικανές
  • естественный στα ελληνικά - ωμός, φυσικός, φυσικό, φυσικών, φυσικά, φυσικού
Τυχαίες λέξεις
Тюлень στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βούλα, βώλος, φώκια, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης