Тяжелый στα ελληνικά
Μετάφραση: тяжелый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδυνηρός, βαρύς, σέρτικος, τρίξιμο, τάφος, δύσκολος, δριμύς, θλιβερός, πολύπλοκος, τεράστιος, ογκώδης, τύμβος, αυστηρός, σοβαρός, κοπιαστικός, πολύμοχθος, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ба στα ελληνικά - Bah, Μπα, τα Bah
- бесстыдник στα ελληνικά - συνάδελφος, άντρας, τύπος, αναίσχυντος, ξεδιάντροπη, αναίσχυντη, ξεδιάντροπο, ...
- взбалтывать στα ελληνικά - κινώ, αναδεύω, κινούμαι, κουνώ, σαλεύω, ανακατεύω, ταραχή, ...
- гипс στα ελληνικά - ρίξιμο, αλάβαστρο, βολή, γύψος, λευκοπλάστης, επιτελείο, γύψου, ...
Τυχαίες λέξεις
Тяжелый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδυνηρός, βαρύς, σέρτικος, τρίξιμο, τάφος, δύσκολος, δριμύς, θλιβερός, πολύπλοκος, τεράστιος, ογκώδης, τύμβος, αυστηρός, σοβαρός, κοπιαστικός, πολύμοχθος, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
Μεταφράσεις: οδυνηρός, βαρύς, σέρτικος, τρίξιμο, τάφος, δύσκολος, δριμύς, θλιβερός, πολύπλοκος, τεράστιος, ογκώδης, τύμβος, αυστηρός, σοβαρός, κοπιαστικός, πολύμοχθος, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ