Увядание στα ελληνικά

Μετάφραση: увядание, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθίση, κατανάλωση, μαρασμό, μαραίνονται, μαραίνοντας, withering, μαραιμένος
Увядание στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • братство στα ελληνικά - κοινότητα, αδελφότητα, αδελφοσύνη, αδελφοσύνης, αδελφότητας, την αδελφοσύνη
  • выпрашивать στα ελληνικά - βρύση, παρακεντώ, ικετεύω, παρακαλώ, Beg, επαιτούν, ικετεύστε
  • гикори στα ελληνικά - αγριοκαρυδιά, Hickory, άσπρη καρυδιά, άσπρων καρυδιών, άσπρης καρυδιάς
  • детализирование στα ελληνικά - detalizirovanie
Τυχαίες λέξεις
Увядание στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθίση, κατανάλωση, μαρασμό, μαραίνονται, μαραίνοντας, withering, μαραιμένος