Уезжать στα ελληνικά
Μετάφραση: уезжать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραιτούμαι, ιππεύω, ατραξιόν, οδηγώ, φεύγω, πηγαίνω, παρατάω, βόλτα, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- альтернирование στα ελληνικά - εναλλαγή, εναλλαγής, εναλλαγές, εναλλάξ, της εναλλαγής
- вавилон στα ελληνικά - Βαβυλών, Βαβυλώνα, Βαβυλώνας, τη Βαβυλώνα, η Βαβυλώνα
- вкрадчиво στα ελληνικά - suavely
- грубоватость στα ελληνικά - τραχύτητα, τραχύτητας, την τραχύτητα, τραχύτητα της, η τραχύτητα
Τυχαίες λέξεις
Уезжать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραιτούμαι, ιππεύω, ατραξιόν, οδηγώ, φεύγω, πηγαίνω, παρατάω, βόλτα, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
Μεταφράσεις: παραιτούμαι, ιππεύω, ατραξιόν, οδηγώ, φεύγω, πηγαίνω, παρατάω, βόλτα, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε