Уложиться στα ελληνικά
Μετάφραση: уложиться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσκευάζω, πακέτο, διανύω, τράπουλα, είμαι, βρίσκομαι, κατακλύζω, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вспаханный στα ελληνικά - χέρσος, όργωσε, οργωμένο, οργωθεί, οργώσει, οργώνεται
- гей στα ελληνικά - ομοφυλόφιλος, gay, Φιλικό προς τους, γκέι, Φιλικό προς
- головешка στα ελληνικά - μάρκα, στιγματίζω, σφραγίδα, δάδα, δαυλός, firebrand, δαυλό, ...
- дурной στα ελληνικά - κουτός, κακός, άτακτος, άμυαλος, χαζός, μουχρός, πληκτικός, ...
Τυχαίες λέξεις
Уложиться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσκευάζω, πακέτο, διανύω, τράπουλα, είμαι, βρίσκομαι, κατακλύζω, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει
Μεταφράσεις: συσκευάζω, πακέτο, διανύω, τράπουλα, είμαι, βρίσκομαι, κατακλύζω, διατήρηση, κρατήσει, διατηρούν, να κρατήσει, διατηρήσει