Умещаться στα ελληνικά
Μετάφραση: умещаться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, πηγαίνω, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν, να βρείτε
Μεταφράσεις
- архиепископ στα ελληνικά - αρχιεπίσκοπος, αρχιεπισκόπου, αρχιεπίσκοπο, ο Αρχιεπίσκοπος, τον Αρχιεπίσκοπο
- бисквит στα ελληνικά - μπισκότο, παντεσπάνι, κέικ σφουγγαριών, αφράτου κέικ, αφράτο κέικ, αφράτου κέικ που
- высвободить στα ελληνικά - απαλλάσσω, εξαγοράζω, αποδεσμεύω, αυτεξούσιος, τσάμπα, αθωώνω, δωρεάν, ...
- жемчужина στα ελληνικά - μαργαριτάρι, μαργαριταρένια, μαργαριταριών, μαργαριτάρια, μαργαριταρένιο
Τυχαίες λέξεις
Умещаться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, πηγαίνω, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν, να βρείτε
Μεταφράσεις: εύρημα, ανεύρεση, βρίσκω, πηγαίνω, βρείτε, βρει, βρίσκουν, βρουν, να βρείτε