Упряжка στα ελληνικά

Μετάφραση: упряжка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομάδα, εξοπλίζω, στήνω, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
Упряжка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аутентичность στα ελληνικά - γνησιότητα, αυθεντικότητα, γνησιότητας, αυθεντικότητας, την αυθεντικότητα
  • вакханка στα ελληνικά - μαινάδα, βάκχις, βακχεύων
  • глупеть στα ελληνικά - στουρνάρι, μεγαλώνουν, αυξάνεται, αυξάνονται, αυξηθεί, αναπτυχθούν
  • жратва στα ελληνικά - χλεύη, μάσα, χλευασμός, scoff, η χλευασμός
Τυχαίες λέξεις
Упряжка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομάδα, εξοπλίζω, στήνω, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα